ΧΑΝΟΥΝ ΓΗΠΕΔΟ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΓΡΟΤΕΣ, ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΝΕΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ
Σε λίγα χρόνια τίποτα δεν θα µοιάζει µ’ αυτό που ξέραµε στην ελληνική γεωργία. Με την πορεία που έχουν πάρει τα πράγµατα είναι πολύ πιθανή η συγκέντρωση µεγάλου µέρους της αγροτικής δραστηριότητας σε όλο και πιο ισχυρά επιχειρηµατικά σχήµατα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Agrenda.
Αυτά θα βασίζονται, είτε σε συνενώσεις αξιόλογων εκµεταλλεύσεων από το σηµερινό φάσµα των αγροτικών επιχειρήσεων και επαγγελµατιών του αγροτικού χώρου, είτε σε νέους σχηµατισµούς που θα ελέγχονται από εγχώρια και διεθνή οικονοµικά funds και θα επενδύουν στην αγροτική παραγωγή αξιοποιώντας διαθέσιµες παραγωγικές γαίες και εκπαιδευµένο προσωπικό.
Σε κάθε περίπτωση, ο αγροτικός τοµέας στη χώρα µας υποχρεώνεται αυτό τον καιρό σε µια επίµονη διαδικασία αναζήτησης νέας φυσιογνωµίας, κυρίως ως αποτέλεσµα:
- των ειδικών συνθηκών που διαµορφώνουν τα µέτρα δηµοσιονοµικής προσαρµογής τα οποία έλαβε πρόσφατα η κυβέρνηση και επηρεάζουν άµεσα τους αγρότες,
- του αναβαθµισµένου ρόλου που ανατίθεται στην αγροτική δραστηριότητα και παραγωγή διεθνώς και
- της ανάγκης επανεκκίνησης της ελληνικής οικονοµίας στη βάση ενός άλλου παραγωγικού µοντέλου, µε ιδιαίτερη βέβαια αναφορά στον πρωτογενή τοµέα.
Όπως υποστηρίζουν οι εµπειρότεροι γύρω από τα θέµατα αυτά, η εξέλιξη των πραγµάτων διεθνώς, οδηγεί νοµοτελειακά και στη χώρα µας σε µια νέα πραγµατικότητα, την οποία βέβαια οι κεντρικές επιλογές των φερόντων την πολιτική ευθύνη, αντί να επιβραδύνουν, σε αναζήτηση µιας διαφορετικής κατεύθυνσης, µάλλον επιταχύνουν, λόγω και της επιπολαιότητας µε την οποία αντιµετωπίζεται ο αγροτικός τοµέας.
Είναι πλέον σαφές ότι τα τελευταία µέτρα για τη φορολογία και το ασφαλιστικό των αγροτών, σε αντίθεση µε τα όσα γενικώς αφήνεται να εννοηθούν περί της προστασίας των αδυνάµων και της επιβάρυνσης των οικονοµικά εύρωστων δεν εξασφαλίζουν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Κι αυτό γιατί, παρά τη µέριµνα η οποία φαίνεται να υπάρχει για τη µικρότερη δυνατή επιβάρυνση στα χαµηλότερα εισοδηµατικά στρώµατα (µικροµεσαία αγροτιά, που λέει ο Βαγγέλης Μπούτας), οι γενικότερες συνθήκες µέσα στις οποίες καλούνται να κινηθούν οι εν λόγω συντελεστές της αγροτικής παραγωγής, δεν τους αφήνουν κανένα περιθώριο βιωσιµότητας και περαιτέρω ανάπτυξης.
Όπως λέγεται χαρακτηριστικά, σ’ αυτό το περιβάλλον ποια τράπεζα θα αναλάβει να χρηµατοδοτήσει τους αδύναµους οικονοµικά αλλά και από κάθε άποψη, αγρότες που και µέχρι σήµερα, µόλις και µετά βίας κατάφερναν να ανταποκριθούν στοιχειωδώς στις ανάγκες της αγοράς και τις υποχρεώσεις τους; Ποια καταστήµατα εφοδίων θα αναλάβουν να πιστώσουν καχεκτικές αγροτικές µονάδες και αδύναµα οικονοµικά φυσικά πρόσωπα των οποίων µάλιστα οι επιδοτήσεις µειώνονται δραστικά, η πρόσβασή τους σε κοινοτικά διαρθρωτικά προγράµµατα περιορίζεται και οι υποδοµές τους, όπως και ο µηχανολογικός τους εξοπλισµός έχουν προ πολλού απαξιωθεί;
Το κακό είναι ότι τα µέτρα της κυβέρνησης πλήττουν εξαρχής και το φάσµα των κάπως ισχυρότερων -για τα ελληνικά δεδοµένα- αγροτικών επιχειρήσεων, οι οποίες ως τώρα έβρισκαν τον τρόπο να προσαρµοστούν στον δύσκολο ανταγωνισµό και να διαµορφώσουν αξιόλογα µεγέθη. Εδώ, η δραµατική αύξηση της άµεσης φορολογίας, σε συνδυασµό µε την ευρύτερη επιβάρυνση του κόστους παραγωγής και η άνευ προηγουµένου επιβάρυνση λόγω του νέου καθεστώτος ασφάλισης, δηµιουργούν εκρηκτικό µείγµα που απειλεί τα θεµέλια αυτών των επιχειρήσεων.
Πεδίο συγκρότησης μεγάλων επιχειρηματικών μονάδων η ελληνική γεωργία
Η δυναµική που αναπτύσσεται, ξεπερνά τα στενά όρια της απλής αναδιανοµής εισοδήµατος και συγκεκριµένα από τους ισχυρούς στους αδυνάτους, όπως αρέσκεται να υποστηρίζει ο κυβερνών συνασπισµός και φθάνει στο επίπεδο της πλήρους αναθεώρησης ρόλων και έργων. Έτσι, όλο και περισσότερο πυκνώνουν οι φωνές εκείνων που εκτιµούν ότι η ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία από τοµέας απασχόλησης σηµαντικού µέρους του ενεργού πληθυσµού σε µικρές αυτόνοµες αγροτικές µονάδες, τείνει να εξελιχθεί σε πεδίο συγκρότησης µεγάλων επιχειρηµατικών σχηµάτων, τα οποία θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στον διεθνή ανταγωνισµό και την ίδια στιγµή θα απασχολούν έναν αξιόλογο αριθµό έµπειρων στελεχών (πρώην αγρότες, γεωτεχνικοί κ.λπ.), όπως και πλήθος ανειδίκευτων αγρεργατών χαµηλής εισοδηµατικής στάθµης. Πρόκειται ουσιαστικά για το µοντέλο που εφαρµόζεται ήδη κατά κάποιο τρόπο στις χώρες της Βαλκανικής Χερσονήσου και ειδικά σε όσες εξ αυτών εντάχθηκαν πρόσφατα στην ευρωπαϊκή οικογένεια, όπως Βουλγαρία, Ρουµανία. Εκεί, βέβαια, η εφαρµογή ήταν πολύ πιο απλή, καθώς µετά την πτώση του προηγούµενου καθεστώτος, τα σηµαντικότερα τµήµατα της αγροτικής γης περιήλθαν σε λίγα ονόµατα και σε συγκεκριµένα εταιρικά σχήµατα (ντόπια και ξένα), που εφαρµόζουν σήµερα αυτή την πολιτική ανάπτυξης στον τοµέα της αγροτικής παραγωγής.
Το εν λόγω µοντέλο προβάλλεται ως λύση στη αντιµετώπιση των τεράστιων διαρθρωτικών αδυναµιών που παρουσιάζει η ελληνική γεωργία και διευκολύνεται και από το φανερά αδύναµο και εκτός εποχής θεσµικό πλαίσιο για τους αγροτικούς συνεταιρισµούς που συντηρεί και η σηµερινή κυβέρνηση και δεν αφήνει κανένα περιθώριο ουσιαστικής αναδιάταξης των συντελεστών της αγροτικής παραγωγής σε νέα ισχυρά συλλογικά σχήµατα που θα µπορούσαν να εγγυηθούν διαφορετική πορεία.
Παράλληλα µε τις τόσες αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν τον τελευταίο καιρό και για τις οποίες αχνοφαίνεται µια ανάγκη απολογίας από την πλευρά των κυβερνώντων, καλλιεργείται αυτό τον καιρό και η εντύπωση ότι θα ήταν δυνατή, µετά από τόσα βαριά µέτρα δηµοσιονοµικής προσαρµογής, µια ήπια περαιτέρω διαχείριση της κατάστασης.
Αφήνεται έτσι να εννοηθεί πως ενδεχοµένως να ήταν αρκετή, για την επάνοδο του τοµέα σε µια µικρή αναπροσαρµογή του θεσµικού πλαισίου για τους συνεταιρισµούς, της στοιχειώδους διευκόλυνσης νέων και νεοεισερχόµενων στο αγροτικό επάγγελµα, στο πλαίσιο µιας προσπάθειας που εξυπηρετεί µικροπολιτικές σκοπιµότητες και ιδιότυπες πελατειακές σχέσεις.